Το ΥΠΕΞ Γερμανίας λέει στον Ρούμπιο πως η χώρα έχει διδαχθεί από την ιστορία της
Σε απάντηση στον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών, Μάρκ Ρούμπιο, που με αφορμή τις εξελίξεις για το κόμμα AfD, χαρακτήρισε τη Γερμανία ως «τυραννία», το Γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών, ανακοίνωσε ότι «αυτή είναι δημοκρατία. Η απόφαση είναι αποτέλεσμα μιας ανεξάρτητης έρευνας, με σκοπό την προστασία του Συντάγματος μας και του κράτους δικαίου. Τα ανεξάρτητα δικαστήρια θα έχουν τον τελικό λόγο. Έχουμε διδαχθεί από την ιστορία πως πρέπει να σταματάμε τον ακροδεξιό εξτρεμισμό».
Υπενθυμίζεται ότι η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία για την Προστασία του Συντάγματος (BfV) προέβη σε νέα εκτίμηση του κόμματος AfD σε ομοσπονδιακό επίπεδο, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι το κόμμα είναι συνολικά ακροδεξιό. Μέχρι στιγμής το κόμμα είχε χαρακτηριστεί σε ομοσπονδιακό επίπεδο ως ‘ύποπτο’ για ακροδεξιά χαρακτηριστικά και ήταν υπό παρακολούθηση.
Ωστόσο σήμερα η BfV ανακοίνωσε δημόσια ότι το κόμμα πλέον θεωρείται ότι έχει αποδεδειγμένα ακροδεξιά δράση. Στη σχετική ανακοίνωση σημειώνεται ότι οι ενδείξεις για κάτι τέτοιο είχαν ενισχυθεί το τελευταίο διάστημα.
Η απόφαση συνιστά σαφή επιδείνωση της αξιολόγησης του κόμματος, αλλά δεν προκύπτει τελείως απρόσμενα: Βασίζεται σε ένα εκτενές υλικό, το οποίο διαρκώς επικαιροποιούσε η BfV. Καθοριστική σημασία για την απόφαση έπαιξαν στοιχεία που σχετίζονται με παραβιάσεις της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, του κράτους δικαίου και των δημοκρατικών αρχών.
Όπως αναφέρουν τα γερμανικά ΜΜΕ, η διαδικασία συνταγματικής προστασίας περιλαμβάνει τα στάδια της «περίπτωσης χρήζουσας ελέγχου», της «ύποπτης περίπτωσης» και της «αποδεδειγμένα ακραίας/εξτρεμιστικής δράσης».
Το AfD είχε χαρακτηριστεί το 2019 ως «περίπτωση χρήζουσας ελέγχου», στάδιο κατά το οποίο η υπηρεσία προστασίας του Συντάγματος συλλέγει και αξιολογεί δημόσιες τοποθετήσεις μελών του κόμματος.
Τον Φεβρουάριο του 2021 το κόμμα αξιολογήθηκε ως «ύποπτη περίπτωση», αξιολόγηση που επικυρώθηκε στη συνέχεια από το Διοικητικό Δικαστήριο της Κολωνίας και το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο του Mίνστερ, μετά από σχετικές προσφυγές του AfD. Σε αυτό το στάδιο οι αρχές συνταγματικής προστασίας επιτρέπεται να χρησιμοποιούν ειδικά μέσα συλλογής πληροφοριών, όπως τη χρήση ανθρώπινων πηγών πληροφοριών ή τη διενέργεια οικονομικών ελέγχων. Ακόμη και μέτρα για την παρακολούθηση των επικοινωνιών μπορούν να ληφθούν, μετά από σχετική άδεια της γερμανικής Βουλής.
Με την απόφαση που ελήφθη την Παρασκευή δεν αλλάζει κάτι ως προς τα μέτρα παρακολούθησης. Η απόφαση αναμενόταν να εκδοθεί το περασμένο έτος, ωστόσο η BfV φέρεται να την καθυστέρησε λόγω των πρόωρων εκλογών, για να μην κατηγορηθεί ότι προσπαθεί να επηρεάσει τον προεκλογικό αγώνα. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι το κόμμα θα προσφύγει εκ νέου εναντίον της απόφασης, όπως έχει κάνει και στο παρελθόν.
Οι αρθρογράφοι επισημαίνουν ότι με την νέα απόφαση αναζωπυρώνεται η δημόσια συζήτηση για τον χαρακτήρα του AfD, ωστόσο δεν προκύπτουν αυτόματες συνέπειες: Ο χαρακτηρισμός ως ‘αποδεδειγμένα’ ακραίο κόμμα, δεν αποτελεί προϋπόθεση για την έναρξη διαδικασίας απαγόρευσης του κόμματος, ούτε οδηγεί αυτομάτως σε μια τέτοια απαγόρευση.
Πρόκειται πολύ περισσότερο για μια πολιτική απόφαση: Μια διαδικασία απαγόρευσης μπορεί να ξεκινήσει μόνο με πρωτοβουλία της Βουλής, του ομοσπονδιακού Συμβουλίου ή της κυβέρνησης, μέσω αίτησης στο Συνταγματικό Δικαστήριο. Μια πρωτοβουλία της Βουλής, την οποία είχε αναλάβει ο τότε Βουλευτής του CDU M. Wanderwitz τον Ιανουάριο του 2025, απέτυχε καθώς δεν συγκέντρωσε την απαιτούμενη πλειοψηφία.