Κατεβάστε τώρα το application της Offsitenews για Android & για iOS
Group google play
Group app store
mobile app

Ακροδεξιά ή ακροαριστερά; Τα αδιέξοδα ως δίλημμα

Ακροδεξιά ή ακροαριστερά; Τα αδιέξοδα ως δίλημμα

ΣΤΗΛΗ: ΤΑ ΑΒΟΛΑ με ΚΩΣΤΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Με δεδομένο ότι πάντα σε περιόδους μεγάλων κρίσεων ή ανατροπών, τα άκρα ενισχύονται η απορία των ημερών είναι η εξής: ποια ήταν η κρίση ή ανατροπή που μας έφερε εδώ; Υπάρχουν; Και εάν όχι, μήπως επείγει να σκεφτούμε τι έρχεται παρακάτω;

Στο δίλημμα Λεπέν ή Μελανσόν θα ψήφιζα σίγουρα τον Μελανσόν, δήλωσε τις προάλλες ο Ντομινίκ Στρος Καν, πρώην επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), ευρύτερα γνωστός για το σκάνδαλο με την καμαριέρα το οποίο του στοίχισε τη θέση του αλλά και μερικές άλλες ερωτικής φύσεως υποθέσεις. Τόσο για το σκάνδαλο όσο και για όλες τις υπόλοιπες υποθέσεις ο Στρος Καν αθωώθηκε τελικά, όμως η πλειονότητα του κόσμου δεν το έμαθε ποτέ, όπως συνήθως συμβαίνει. 

Ο 75χρονος Στρος Καν δεν έπαψε ποτέ να θεωρείται κορυφαίος οικονομολόγος και η άποψή του έχει βαρύτητα και λόγω της πολιτικής του πορείας. Υπήρξε άλλωστε υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας επί σοσιαλιστών, μέλος και ο ίδιος του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Εάν αυτός είναι ο λόγος της επιλογής των ριζοσπαστικών θέσεων της «αριστεράς» οι οποίες αναμένεται να οδηγήσουν τη γαλλική οικονομία στα βράχια πολύ γρηγορότερα από τις επίσης επίφοβες της ακροδεξιάς;

Είναι μάλλον ένας από τους λόγους και δεν μοιάζει να είναι ο σημαντικότερος. Ούτε καν το γεγονός ότι ο Στρος Καν, εβραϊκής καταγωγής και ο ίδιος σίγουρα βιώνει το μεγάλο φόβο της γαλλικής εβραϊκής κοινότητας τις τελευταίες δύο δεκαετίες, λόγω της τρομοκρατίας και του αυξανόμενου αντισημιτισμού, ο οποίος ξύπνησε τη μνήμη της υπόθεση Ντρέιφους στο συλλογικό υποσυνείδητο των Γάλλων Εβραίων. 

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το ρεύμα της «αλιγιά», της ανάβασης δηλαδή ή απλά ειπωμένο της μετοίκησης στο Ισραήλ από την αριθμούσα μισό εκατομμύριο άτομα κοινότητα της Γαλλίας υπήρξε από τα μεγαλύτερα ενώ, σε κάποιες στιγμές έμοιαζε με έξοδο. 

Ο Στρος Καν εξήγησε πως η επιλογή του βασίστηκε περίπου στη λογική του μη χείρονος αλλά και στο γεγονός ότι η εμπειρία δείχνει πως όταν η ακροδεξιά καταλάβει την εξουσία δεν την εγκαταλείπει ποτέ χωρίς βία.

Ενδιαφέρουσα αφετηρία για σκέψη. Πολλοί μιλούν για ένα αδιέξοδο της δημοκρατίας στις μέρες μας άλλοι πάλι επιλέγουν να αντιτάξουν το κλασικό, ότι δηλαδή η δημοκρατία -με σύμμαχο τα μαθηματικά κυρίως- δεν έχει αδιέξοδα. Ίσως και οι μεν και οι δε να πέφτουν έξω αλλά και να είναι σωστοί ταυτόχρονα. Γιατί αυτό που ζούμε σίγουρα αδιέξοδο είναι, η δε δημοκρατία το φορτώθηκε και δυσκολεύεται να το διαχειριστεί, όμως δεν το προκάλεσε η ίδια. Ειδικά στην Ευρώπη.

Από τη μία είχαμε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το έξυπνο παιγνίδι της διάβρωσης των κοινωνιών από τη Μόσχα η οποία μάλιστα με σχέδιο και μεθοδικά χρηματοδοτούσε και χρηματοδοτεί ό,τι μπορεί να αποσταθεροποιήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως την ακροδεξιά και την ακροαριστερά και από την άλλη, ζούσαμε και ενίοτε συμπράξαμε στην καλλιέργεια κλίματος κάθετης και καθολικής απαξίωσης για τα πάντα σε κοινωνίες που αν και είχαν πολύ περισσότερα από άλλες διαμαρτύρονταν και έμαθαν να ζουν υποβάλλοντας στο συλλογικό αίσθημα την πεποίθηση ότι βρίσκονται περίπου συνολικά στα πρόθυρα της ανέχειας αλλά την ίδια ώρα αρνούνταν να διεκδικήσουν διότι δεν ήξεραν τι ήθελαν να διεκδικήσουν και πώς. 

Κυρίως όμως, είχαμε την πραγματικότητα. Το κόστος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης η οποία δεν ήρθε ακόμα και αμφιβάλλω εάν θα έρθει ποτέ είναι δυσβάσταχτο. Η ΕΕ δεν είναι ανταγωνιστική, έχει έναν πληθυσμό που γερνά με ταχείς ρυθμούς και τα πειράματα εισαγωγής μεταναστών απέτυχαν παταγωδώς διότι κινήθηκαν στη λογική μιας βλακώδους «πολυπολιτισμικότητας» η οποία ουσιαστικά στήθηκε πάνω σε αριστερά συνθήματα και σε ευσεβείς πόθους παρά σε πραγματικότητες. Για την τάχα δυνατότητα αφομοίωσης ανθρώπων από κοινωνίες ισλαμικές οι οποίοι μετοίκησαν στην Ευρώπη (και όχι μόνο) για καθαρά οικονομικούς λόγους θεωρώντας αδιανόητη διαφθορά την προσαρμογή με τον τρόπο ζωής των απίστων - στο μεγάλο τους μέρος.  

Μιλάμε λοιπόν για ένα σημείο, στο οποίο έχουμε φτάσει και στο οποίο η ΕΕ είναι ένα υδροκέφαλο μόρφωμα που κανέναν δεν εμπνέει παρά τα εκπληκτικά ιστορικώς πράγματα που έχει επιτύχει (!). Ένα μόρφωμα το οποίο διοικείται από ένα είδος πλέον βραδυκίνητων καλοταϊσμένων γραφειοκρατών οι οποίοι ζουν σε ένα παράλληλο σύμπαν στις Βρυξέλλες και αλλού. 

Μια κάστα η οποία συμπεριφέρεται ωσάν να μην αντιλαμβάνεται τι γίνεται έξω και ότι, ειδικά εάν μιλάμε για τους νεαρότερους και τους γηραιότερους οι οποίοι απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος των κοινωνικών κραδασμών και δυσκολιών, κανείς τους δεν μπορεί και λογικό είναι να καταλάβει γιατί πρέπει να σηκώνει αυτό το βάρος όταν δεν υπάρχει άμεση προοπτική και όταν οι μόνοι που περνούν καλά είναι η τάξη των εχόντων αλλά και των ζόμπι των Βρυξελλών.

Οι μεν μεγαλύτεροι θέλουν να περάσουν τα τελευταία χρόνια της ζωής τους με αξιοπρέπεια και αδυνατούν να καταλάβουν γιατί τα όσα εκείνοι πλήρωναν μια ζωή να καταλήγουν σε οποιονδήποτε άλλον ο οποίος δεν θέλει να προσαρμοστεί αντί σε εκείνους οι οποίοι, άλλωστε, ειδικά εάν μιλάμε για τον ευρωπαϊκό Νότο περνούν δύσκολα. Οι δε νέοι, όσοι είναι ενήμεροι, διότι η έλλειψη γνώσης και ενημέρωσης είναι ίσως ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα της εποχής, δεν βλέπουν μέλλον και αδυνατούν να διαβάσουν τα δεδομένα όπως θα έπρεπε, καταλήγοντας στην σκληρή σημερινή πραγματικότητα και το συναίσθημα αντί στη λογική.

Έχουμε φτάσει, μιλάω πάντα για την Ευρώπη, σε μια εποχή όπου η παραπληροφόρηση και η έλλειψη πληροφόρησης εσχάτως ενιότε και η αποστροφή πλεόν στην πληροφόρηση ελλείψει εμπιστοσύνης στις πηγές, κάποτε δικαιολογημένα και κάποτε όχι, οδηγεί όλο και περισσότερο κόσμο στις αγκάλες είτε της ακροδεξιάς είτε της ακροαριστεράς η οποία, τελευταία όσο κι αν κανείς οφείλει να συμφωνήσει με τον Ντομινίκ Στρος Καν τουλάχιστον ως προς το τι έπεται στις ευρωπαϊκές δημοκρατίες της ανόδου της στην εξουσία συγκριτικά με την ακροδεξιά, δεν παύει να είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για τη δημοκρατία λόγω της προσκόλλησής της στον ολοκληρωτισμό ειδικά αυτές τις μέρες, του φλερτ της με τον πιο σκοτεινό άξονα που υπάρχει στον πλανήτη οποίος θέλει να διαλύσει την Ευρώπη, του έρωτά της με το μπάχαλο, εσχάτως και εκ νέου και για την τρομοκρατία την οποία ξεπλένει ως… ιδεολογία όπως έκανε στα 70s αλλά και κυρίως της ανικανότητάς της να κυβερνήσει ή τουλάχιστον να μην οδηγήσει σε τραγικές περιπέτειες οικονομικές και άλλες τις χώρες στις οποίες εκλέγεται.

Το αδιέξοδο, λοιπόν, δεν είναι της δημοκρατίας αλλά της εποχής. 

Και η απάντηση είναι η απλή υπόμνηση δύο πραγμάτων: πρώτον ότι όσον αφορά την ακροδεξιά όντως αυτά που ακολουθούν οδηγούν σε επικίνδυνους δρόμους και δεύτερον, ότι όσον αφορά την ακροαριστερά, όσον κι αν μασκαρεύεται τον «προοδευτισμό» παραμένει βαθιά ελλειμματική και επικίνδυνη επίσης. Η δικτατορία της πολιτικής ορθότητας που επέβαλε άλλωστε μαζί με το τσίρκο της woke γελοιότητας είναι ένας από τους κυριότερους λόγους για την άνοδο της ακροδεξιάς, μια άνοδο η οποία συμφέρει όσο τίποτα άλλο την ακροαριστερά η οποία εκτός «πολεμικού» κλίματος, «απειλών» και πολλής μιζέριας στα μυαλά των ανθρώπων δεν μπορεί, όπως ούτε και η ακροδεξιά, να επιβιώσει.

Η απάντηση άρα δεν είναι είτε το ένα είτε το άλλο, είτε η ακροδεξιά είτε η ακροαριστερά, απλά γιατί και οι δύο είναι εχθροί της ελευθερίας που απολαμβάνουμε είτε το ομολογούν είτε όχι. Η απάντηση είναι η διόρθωση, βήμα - βήμα, και η αποκατάσταση της αλήθειας με κάθε ευκαιρία.

Είναι γεγονός ότι μάχες έχουν χαθεί πολλές και χάνονται. Η επίγνωση όμως του κινδύνου της απώλειας των ελευθεριών μας και του βιοτικού επιπέδου που έχουμε συνεπεία των τάσεων του ολοκληρωτισμού και του πολέμου των δύο άκρων για την τελική επικράτηση, είναι αυτός που κρατά ζωντανή τη λογική.

Ο πόλεμος δεν έχει χαθεί. Αν αφήσουμε το μηδενισμό, την παραπληροφόρηση, την υπερβολή και το λαϊκισμό σ’ αυτούς και μόνο. Και αν απαιτήσουμε εφαρμογή πραγμάτων απλών και βαρετών μάλλον όπως η λογοδοσία και η απρόσκοπτη λειτουργία του συστήματος. 

Θέλει δουλειά, δεν θέλει «επαναστάσεις» και ανατροπές από λαϊκιστές και ελλειμματικούς. Πότε δεν βγήκε κάτι καλό από αυτές σε συνθήκες δημοκρατίας. Η Ιστορία, εάν την ακούσουμε, θα μας το εξηγήσει. 

ΚΩΣΤΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

0
Home